Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Μνήμες








Πώς να αντέξω το βάρος το γιγάντων
όταν τα βήματά μου δεν είναι σταθερά
παραπατάω και αυτοί χλευάζουν
περιμένουν τη βουτιά μου στο έδαφος
της γης ξαπλωμένο να με δουν,
πως άντεξα τόσο χρόνο αυτό το μαρτύριο…
πάνε οι μέρες όπου ελαφρύς πέταγα
ελεύθερα από πάνω τους ανέμελα
χωρίς σημασία προσπέρναγα,
δεν έβλεπα το φθόνο τους,
δεν με αφορούσε απλά πέταγα.
Απειλητικές κινήσεις δε λογάριαζα
έβλεπα ουρανό αυτό τα καθάριζε όλα.
αλλά αυτοί υπομονετικοί μέτραγαν
το κάθε βήμα την κάθε κίνηση για να
βρουν το ψεγάδι που θα με έριχνε
στα χέρια τους
                  Δεν με απασχολούσε.
Ώσπου μια μέρα δεν ήμουν ελαφρύς και
μπορούσαν να με πιάσουν από τότε
είμαι αναγκασμένος να τους ακούω.
Δεν κατάλαβα πως έγινε αυτό, ακόμα
αναρωτιέμαι τι το προκάλεσε. Θλίψη
μελαγχολία γέμισε η καρδία μου για το χαμένο
ουρανό, τόνοι δακρύων πότισαν την γη, ποτάμια
ξεχύθηκαν ορμητικά έτοιμα να με πνίξουν.

Μεσ’ το χαμό ψάχνω την δύναμη να
σηκωθώ να ελευθερωθώ από τα δεσμά τους
πριν χαθώ μαζί τους κάτω
                      από το γαλάζιο ουρανό.       





Θυμάσαι! Εκείνα τα χρόνια έχουν μείνει
στη μνήμη μου ανέμελα αληθινά.
Ριχνόμαστε μεσ’ τη φωτιά και όμως
τραγουδούσαμε στήναμε χορό δεν φοβόμασταν
οι φλόγες άγγιζανε τα μέτωπά μας
και εμείς αγέρωχα περήφανα
σηκωνόμαστε πιο ψηλά
δεν τρομάζαμε από το ύψος.
Ξιφομαχίες στα πέρατα του νου.
Πλαστικές εικόνες παραπλανούσαν
                                             τη ματιά μας        
και εμείς με ορμή χανόμασταν
                                        μέσα τους,
παλεύοντας για ελευθερία
δεν απασχολούσαν ούτε πείνα,
ούτε διψά μα πάνω από όλα,
ούτε σκέψη για δόξα και φήμη
οι εαυτοί μας ξεβράκωτοι
          δεν είχαν να χάσουν τίποτα
  δεν φοβόντουσαν!





κρυφός κόσμος κάτω από τα βλέφαρα
      των ματιών
ιστορίες παρανοϊκές από τον κλέφτη
      των αυτιών

Προσπαθείς να τρυπώσεις στο κόσμο
      των αισθήσεων
μονό όπλο το άγχος των δονήσεων





Μαύρα λαμπερά αστέρια
βρίσκονται στα νεκρά χέρια
στο πάτωμα ριγμένα συντρίμμια,
αμαρτίες λιωμένων ασθενών
μυρίζουν και ανακατεύονται
με μεγάλες δόσεις οινοπνευματώδη ποτών
τσιγάρα σβησμένα στον εγκέφαλο
καμένα χρόνια μικροαστών
μπαλωματιά σάρκινης ηδονής,
ξεπλένετε μέσα στα πλυντήρια
υπόγεια διαστροφής.




Απλές λέξεις ακρωτηριασμένες ψάχνουν θεραπευτή
να τις μαζέψει να τις κολλήσει με λίγη δόση
σαφήνειας, μόνες τρυγυρνάνε μέσα στο κελί
ζητούν διαφυγή.
Απελευθέρωση από την μίζερη ζωή
    ειρωνεία τραγική
κάθε έξοδο τους μια στιγμή και έπειτα
λησμονιά, λήθη, θάνατος .
άλλες πάλι εγκλωβίζονται
για πάντα πάνω σε ένα άσπρο χαρτί
από φυλακή σε φυλακή
μήπως και αυτές γίνουν τροφή για το μυαλό
ή για τον σκόρο που έχει εισχωρήσει εκεί.





Τελευταίο θρανίο, τρακάρισμα θανάτου
στην επόμενη στροφή, προσοχή.
Ληστεία τραπέζης, φόνος εκ προμελέτης
                                           διαστροφή
βιασμός ανηλίκου, θυσία παιδικής ψυχής
                                           θαλπωρή
θηλυκή φωνή, μανά εργατική
άνθρωπος, χαλασμένη μηχανή
έκρηξη μηχανοστασίου, αιματοβαμμένα χέρια
                                          προσβολή
εφτά μαχαίρια πάνω στο σώμα
ζωγραφική θανάτου
απελπισία κρατουμένου
                                  φυλακή





Ω φως του πρωινού
ήλιε παντοδύναμε
δώσε σοφία και ειρήνη
αγαλλίαση στα ανήσυχα πνεύματα μας

Κάψε το σκοτάδι
λύτρωσε τους μικρούς
απεσταλμένους σου πάνω στη γη
από το χάος του μαύρου κενού

χάρη ζητώ από σε
βοήθεια κραυγάζω
άκουσε με και δωσ’ μου
την συμβουλή σου

Σελήνη κυρία της νύχτας
μη μας προδώσεις άσε τις
ακτίνες σου να διαπεράσουν
το σκοτάδι του μυαλού μας

Ω φως εκλιπαρώ
και φόβος με καταπιάνει
Θάρρος ζητώ και ειρήνη
στο πνεύμα μου το λητό





Στην πάλη των ψευδαισθήσεων
στην σύγχυση των αισθήσεων

Μονοπάτια του μυαλού
ποιος τολμά να τα διαβεί
ποιος έχει το θάρρος να περπατήσει
στα σκοτεινά σοκάκια
χωρίς να σκοντάψει στις μικρές λακκούβες;
Ποιος θα ανοίξει την πόρτα των
στοιχειωμένων κατωγείων, την πόρτα
εγκαταλειμμένων στη φθορά του χρόνου
νευρικών κυττάρων;
Ποιος θα πατήσει το κουμπί της
ρολογιακής βόμβας να πλημμυρίσει
ενεργειακά αποθέματα το κουβούκλιο του;

Θέληση και θάρρος μικρέ δειλέ
ποτέ δεν ξέρεις το μονοπάτι σου
μέσα στο σκοτάδι.





Είμαι άνθρωπος γι’ αυτό φοβάμαι
γι’ αυτό γελάω γι’ αυτό κλαίω,
είμαι άνθρωπος γι’ αυτό δεν καταλαβαίνω
είμαι άνθρωπος γι’ αυτό στενοχωριέμαι,
ελπίζω, δειλιάζω, είμαι άνθρωπος γι’ αυτό
αναρωτιέμαι, σκέφτομαι, μιλάω και φαντάζομαι
είμαι άνθρωπος γι, αυτό ζω και γι’ αυτό πεθαίνω
και για άλλα πολλά ακόμη που μου λείπουν από
την συλλογή του ανθρώπου.





Με κυκλώνουν σκέψεις σκοτωμένες
άλλες μαύρες όμορφα φωτισμένες
ένα ποίημα μερικές γραμμές
ζωή να δώσω σε αυτό το λευκό
χαρτί που από καιρό μουντζουρώνω
χωρίς καμία βάση λογικής

μια λέξη κολλημένη στο μυαλό
κατατρώει την ύπαρξή μου
θέλω να τρέξω να κρυφτώ
να βρω μια βάση κάτι λογικό
λύτρωση από την χαμένη πια ζωή μου.





Τρέχω μέσα σε έρημους δρόμους
αριστερά και δεξιά μου μεσ’ την
μοναξιά τους στέκονται αγέρωχα
οι πολυκατοικίες, δεν ακούγονται πλέον φωνές
ανθρώπων, είμαι μόνος
ή μήπως γίναν αόρατοι
στα μάτια μου και στα αυτιά μου;
Ίσως να μετακόμισαν μακριά από την καρδιά μου.
Συνεχίζω μέσα στον φιδίσιο δρόμο να κοιτάω
τα σημάδια, πιστεύω κάπου θα οδηγούν
εκτός και το μυαλό μου με παραπλανά
με μια ψεύτικη διαύγεια.








Όμορφο όνειρο φεύγεις νωρίς
πετάς για άλλα τοπία
υφαντοστολισμένα καλά,
κρυμμένα στα βάθη του σκοταδιού,
άλλες φόρες πετάς ψηλά
αφήνοντας τον ήλιο να σε ζεστάνει
μόνο μια καλή συντροφιά ζητάς
να γεμίσει την ύπαρξη σου,
η αλήθεια είναι ότι δεν νοιάζεσαι
για το αύριο μόνο το τώρα

η στιγμή που λάμπεις είναι αρκετή!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου